Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Παρουσίαση βιβλίου Κ. Καμπουρίδη – Γ. Σαλακίδη: "Η επαρχία Σερβίων το 16ο αι. μέσα από οθωμανικές πηγές"

Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς,
Στέλεχος Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας

Εισαγωγή

Η Οθωμανική αυτοκρατορία
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ένα αχανές κράτος που ιδρύθηκε τον ύστερο 13ο αιώνα από τουρκικά φύλα στη Μικρά Ασία και κυβερνήθηκε από τους απογόνους του Οσμάν Α', ιδρυτή της δυναστείας των Οσμανλιδών ή Οθωμανών, μέχρι την κατάλυσή της το 1918. Η πρώιμη οθωμανική επέκταση έγινε εις βάρος της βυζαντινής αυτοκρατορίας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Οι μεγάλες οθωμανικές νίκες του Κοσσυφοπεδίου (1389) και της Νικόπολης (1396) έθεσαν τμήματα της βαλκανικής χερσονήσου υπό οθωμανικό έλεγχο. Από τα μέσα του 15ου μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία ακμάζει: το κράτος εξαπλώνεται, η κεντρική εξουσία είναι ισχυρή, η οικονομία αναπτύσσεται. 


Η κατάκτηση της Βαλκανικής χερσονήσου

Το μπεηλερμπεηλίκι της Ρούμελης
Η οθωμανική περίοδος στη Μακεδονία ξεκινά από την κατάκτηση της περιοχής, στα τέλη του 14ου αιώνα. Η νίκη των Οθωμανών στο Τσιρμέν (Ορμένιο) του Έβρου (1371) απέναντι στις σερβικές δυνάμεις επέτρεψε στους νικητές να επεκταθούν με ευκολία προς τα δυτικά. Το 1383 σημειώνεται η πρώτη μεγάλη κατάκτηση στη Μακεδονία, η άλωση του σημαντικού διοικητικού κέντρου των Σερρών. Μέχρι τα τέλη του αιώνα (Μάχη Κοσσυφοπεδίου 1389, Μάχη Νικόπολης 1396), είχαν καταληφθεί όλες οι στρατηγικής σημασίας μακεδονικές πόλεις (Βέροια, Μοναστήρι, Βοδενά, Θεσσαλονίκη). Στον ευρύτερο μακεδονικό γεωγραφικό χώρο εφαρμόσθηκε το κλασσικό μοντέλο της διοικητικής οργάνωσης, που στηριζόταν στο τιμαριωτικό σύστημα. Έτσι, από το 15ο αιώνα η περιοχή χωρίστηκε σε στρατιωτικοδιοικητικές περιφέρειες, τα σαντζάκια, σε τρία αρχικά και στη συνέχεια σε πέντε (1. του Πασά [αρχικά με έδρα την Αδριανούπολη και από τις αρχές του 16ου αιώνα τη Σόφια], 2. του Κιουστεντίλ και 3. της Αχρίδας) και δεν απολάμβανε κανενός είδους προνομιακό ή ιδιαίτερο διοικητικό καθεστώς. Τα σαντζάκια αυτά, μαζί με άλλα της περιοχής των Βαλκανίων, αποτελούσαν τμήματα της Γενικής Στρατιωτικής Διοίκησης της Ευρώπης (Μπεηλερμπεηλίκι Ρούμελης). Το κάθε σαντζάκι χωριζόταν σε καζάδες (μικρότερες επαρχίες, εντός των οποίων είχε δικαιοδοσία ο καδής, δηλαδή ο ιεροδικαστής).
Η ένταξη στο τιμαριωτικό σύστημα δεν είχε μόνο διοικητικές επιπτώσεις, αλλά κυρίως φορολογικές. Όλες οι εισοδηματικές πηγές της περιοχής μοιράστηκαν σε ιππείς του οθωμανικού στρατού (σπαχήδες) ως ανταμοιβή. Η κάθε εισοδηματική ενότητα αποτέλεσε ένα τιμάριο. Ένα άλλο μέρος των εσόδων δόθηκε στους υψηλόβαθμους τοπικούς αξιωματούχους, όπως τους στρατιωτικούς διοικητές, τα ζιαμέτια. Άλλο τμήμα κρατήθηκε για το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο ή για πρόσωπα της αυτοκρατορικής οικογενείας (τα χάσια). Τέλος, σημαντικό τμήμα των εισοδημάτων της Μακεδονίας εντάχθηκε σε βακούφια (ευαγή μουσουλμανικά ιδρύματα), τα οποία είχαν ιδρυθεί στα Βαλκάνια κυρίως κατά τη διάρκεια της οθωμανικής επέκτασης.
 

Δημοσιονομικός μηχανισμός

Ο δημοσιονομικός μηχανισμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατέβαλλε προσπάθειες να επιβάλει μια ενιαία φορολογική πολιτική. Αυτή αναγνώριζε την πολύπλοκη μορφολογία της αχανούς αυτοκρατορίας, τις διαφορετικές παραγωγικές δυνατότητες κάθε περιοχής, αλλά και τις διαφορές στην πληθυσμιακή συγκρότηση και στην ιστορική εξέλιξη των κατακτημένων κοινοτήτων.
Το οθωμανικό κράτος, στην προσπάθεια του να ελέγξει και να διοικήσει αποτελεσματικά τους υπηκόους του, ανέπτυξε ένα λεπτομερές σύστημα καταγραφής των οικονομικών και δημογραφικών δεδομένων. H καταγραφή των φορολογικών υποχρεώσεων των υπηκόων (tahrir) αποτέλεσε τη βάση αυτής της πολιτικής. Στα φορολογικά κατάστιχα (tahrir defteri) δεν καταγράφονται μόνο οι ποσοτικές διαστάσεις των φόρων, αλλά και ο χώρος από τον οποίο προέρχονται τα άτομα και οι ομάδες, από τους οποίους απαιτούνται οι φόροι, οι αυξομειώσεις τους στο πέρασμα του χρόνου ή οι φορείς που εμπλέκονται, και τα προβλήματα που δημιουργούνται κατά τη συλλογή τους.
Διαβάζοντας κάποιος σήμερα ένα φορολογικό κατάστιχο, μπορεί να διαπιστώσει, μεταξύ άλλων, την πρωταρχική σημασία της αγροτικής παραγωγής για την επιβίωση των κατοίκων στην περιοχή καθώς και τα περιθώρια να συμπληρώσουν τα εισοδήματά τους με άλλες καλλιεργητικές δραστηριότητες. Παράλληλα όμως, μπορεί να διαβάσει αναλυτικά τα ονόματα των κατοίκων κάθε χωριού που φορολογούνταν ή και να αποκαταστήσει -στο βαθμό που του επιτρέπει η πηγή του- τη γεωγραφική κατανομή των καλλιεργούμενων γαιών μιας τοπικής κοινότητας. Μπορεί ακόμα να αναζητήσει και να ταυτίσει παλαιά τοπωνύμια ή να αντλήσει στοιχεία για την ιστορία των οικογενειών της περιοχής.

Πληθυσμιακή κατάσταση

Στη διάρκεια της διακυβέρνησης της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας από τους Οθωμανούς, συντελέστηκαν σημαντικές αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση, οι οποίες δεν οφείλονταν μόνο στις μετακινήσεις πληθυσμών, που προκάλεσε ο πόλεμος, αλλά και στην πολιτική του κράτους. Στόχος του οθωμανικού κράτους ήταν η εξασφάλιση της παραγωγής, η αύξηση του πληθυσμού και η ευνομία. Σε αντίθεση ίσως με την πολιτική ιστορία, η Μακεδονία παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον για τη δημογραφική ιστορία κατά την οθωμανική περίοδο. Παρόλο που η έρευνα βρίσκεται ακόμα στην αρχή και μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζουν να μελετώνται οι πηγές της περιόδου -και μία από αυτές τις μελέτες αποτελεί και το σύγγραμμα που παρουσιάζουμε σήμερα-, σημαντικά πορίσματα μπορούν να εξαχθούν αναφορικά με την πληθυσμιακή κατάσταση της Μακεδονίας. Έλληνες, Βλάχοι, Σλάβοι, Αλβανοί, Εβραίοι, Γιουρούκοι, άλλοι Μουσουλμάνοι καθώς και Αθίγγανοι (Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι) θεωρούνται οι βασικές εθνοπολιτισμικές ομάδες που συνυπάρχουν τόσο στα Βαλκάνια όσο και στη Μακεδονία.
Ξεκινώντας από τους Μουσουλμάνους, θα πρέπει να επισημανθεί το μεγάλο εποικιστικό ρεύμα Γιουρούκων στη Μακεδονία ήδη από τα τέλη του 14ου, το οποίο συνεχίσθηκε μέχρι και τις αρχές του 16ου αιώνα. Οι περιοχές που εγκαταστάθηκαν ήταν η Κεντρική και η Δυτική Μακεδονία (και πιο συγκεκριμένα, η πεδιάδα της Θεσσαλονίκης και η περιοχή της Κοζάνης). Η κυρίως μουσουλμανική πληθυσμιακή ομάδα της Μακεδονίας αποτελούνταν από αστικό πληθυσμό, ο οποίος επάνδρωσε τις πόλεις ή τόνωσε δημογραφικά τις νεοϊδρυόμενες. Ένα ποσοστό αυτού του πληθυσμού προήρθε από εξισλαμισμούς. Τέλος, ένα άλλο τμήμα μουσουλμανικού πληθυσμού περιελάμβανε τις στρατιωτικές φρουρές και τους διοικητικούς υπαλλήλους.
Οι Χριστιανοί υπερτερούσαν σαφώς στο συνολικό πληθυσμό της Μακεδονίας. Το είδος των πηγών που υπάρχουν (οθωμανικά κτηματολογικά κατάστιχα), δεν επιτρέπουν να προχωρήσουν οι μελετητές σε περαιτέρω διαφοροποιήσεις μέσα στο χριστιανικό στοιχείο της περιοχής. Από τα ονόματα των κατοίκων, τα οποία δεν αποτελούν πάντοτε ασφαλές τεκμήριο, συμπεραίνεται ότι οι Ελληνόφωνοι, οι Σλαβόφωνοι και οι Βλαχόφωνοι αποτελούσαν τη συντριπτική πλειονότητα των Χριστιανών. Η παρουσία των Σλαβόφωνων σε περιοχές εκτός της Βόρειας και Βορειοδυτικής Μακεδονίας, εντοπίζεται σε συγκεκριμένους θύλακες, π.χ. περιοχή του Στρυμόνα και Βορειοανατολική Χαλκιδική. Βλαχόφωνοι, τέλος, εντοπίζονται στους ορεινούς όγκους της Δυτικής και Βορειοδυτικής Μακεδονίας.
Οι Εβραίοι αποτελούν ευδιάκριτη πληθυσμιακή ομάδα στις καταγραφές και εμφανίστηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά κύματα από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Κάτω Ιταλία μετά το 1492. Ένα μικρό ποσοστό κατέφθασε από την Ουγγαρία και άλλες βόρειες χώρες. Σε αυτούς θα πρέπει να προστεθούν και οι ντόπιοι Εβραίοι, οι οποίοι διαβιούσαν σ' αυτά τα εδάφη από τη Ρωμαϊκή Εποχή. Η παρουσία Εβραίων εντοπίζεται αποκλειστικά στις πόλεις, όπου και ασκούσαν μάλιστα συγκεκριμένες οικονομικές δραστηριότητες (υφαντουργία, τραπεζικές επιχειρήσεις).

Η επαρχία Σερβίων

Η κοιλάδα του μέσου ΑΛιάκμονα
Κατά τη μεσαιωνική εποχή η κοιλάδα του μέσου Αλιάκμονα αποτελεί μια φρουριακή ζώνη. Σε αυτό το χώρο καταλήγουν δύο σημαντικές οδοί με κατεύθυνση από τη Θεσσαλία προς τη Μακεδονία. (H πρώτη οδηγεί από τον κάμπο της Λάρισας και μέσα από τα στενά του Σαρανταπόρου στα Σέρβια και η δεύτερη από την άνω κοιλάδα του Πηνειού στην Καλαμπάκα και πάνω από τα Χάσια στα Γρεβενά.) Αυτά τα περάσματα απέκτησαν σημασία κυρίως για στρατιωτικούς λόγους. H Οθωμανική Περίοδος καταργεί αυτή τη φρουριακή ζώνη λόγω της pax ottomanica που επικράτησε, η οποία θα ξαναποκτήσει στρατηγική σημασία στους Βαλκανικούς Πολέμους και στο B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το σημαντικότερο μεσαιωνικό φρουριακό σύμπλεγμα στην κοιλάδα του μέσου Αλιάκμονα είναι αυτό που περιλαμβάνει το κάστρο του Κτενίου, του Παλαιόκαστρου της Kαισαρειάς, τη Ράχη της Αιανής και στην απέναντι πλευρά του ποταμού την καστροπολιτεία των Σερβίων. Μετά την τουρκική κατάληψη των Σερβίων (1393) μετασχηματίζεται ο οικιστικός ιστός στην περιοχή. Τα Σέρβια χάνουν τη στρατηγική τους σημασία. Στον παλιό βυζαντινό οικισμό διατηρήθηκαν μόνο οι θρησκευτικές λειτουργίες των Χριστιανών, (αφού οι εκκλησίες που βρίσκονταν εκεί δε μετατράπηκαν σε τζαμιά). Αντίθετα αναπτύχθηκε ένας νέος οικισμός, τα σημερινά Σέρβια στην πεδιάδα. Μετά το 15ο αι. ατονεί ο φρουριακού τύπου οικιστικός ιστός και αναπτύσσονται σιγά-σιγά πόλεις, όπως η Κοζάνη, η Σιάτιστα, το Βελβεντό κ.ά. που η τύχη τους θα συνδεθεί κυρίως με οικονομικές δραστηριότητες στη βόρεια Βαλκανική και Κεντρική Ευρώπη.
Σημαντικές πηγές για την περίοδο αυτή είναι τα οθωμανικά αρχεία (π.χ. τα φορολογικά κατάστιχα), αλλά και τα αρχεία από τα χριστιανικά κράτη (κυρίως από τη δυτική Ευρώπη) με τα οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε σχέσεις. Πληροφορίες αντλούμε, επίσης, από τα κείμενα περιηγητών που ταξίδεψαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και από τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Ο βασικός όγκος των πηγών του συγγράμματος που παρουσιάζουμε προέρχεται από «τα λεγόμενα tapu tahrir defterleri”. Τι είναι όμως αυτές οι πηγές, πάνω στις οποίες στήριξαν την έρευνά τους οι συγγραφείς; Η οθωμανική διοίκηση κατά διαστήματα διενεργούσε καταμετρήσεις με στόχο την καταγραφή των προς φορολόγηση αγαθών και τη σύνταξη σχετικών καταλόγων. Η πρακτική αυτή των τακτικών φορολογικών καταγραφών εφαρμόστηκε κυρίως κατά το 15ο και 16ο αιώνα. Διαφόρων τύπων έγγραφα του οθωμανικού διοικητικού και φορολογικού μηχανισμού μπορούν να φανούν χρήσιμα στη εξαγωγή στοιχείων για τη δημογραφική εικόνα και τη μελέτη επιμέρους περιοχών της αυτοκρατορίας. Τα κατάστιχα μπορούν να διακριθούν σε αναλυτικά, στα οποία καταγράφονται ονομαστικά οι αρχηγοί των οικογενειών κάθε πόλης ή χωριού και ο φόρος που τους αναλογεί, και σε συνοπτικά, στα οποία παρατίθενται απλώς ο συνολικός αριθμός των οικογενειών ενός χωριού και ο φόρος που τους έχει επιβληθεί. Τα έγγραφα μπορούν ακόμη να κατηγοριοποιηθούν σε κατάστιχα που αφορούν στον κεφαλικό φόρο, ο οποίος βαρύνει μόνο το μη μουσουλμανικό πληθυσμό, και σε εκείνα που αφορούν γενικότερα στους φόρους ιδιοκτησίας.
Η ίδια η φύση των κατάστιχων, ως τεκμηρίων που εξυπηρετούσαν φορολογικές και όχι απογραφικές ανάγκες, θέτει ορισμένα ζητήματα που σχετίζονται με την αξιοπιστία και τις δυνατότητες επεξεργασίας τους. Το πρώτο ζήτημα αφορά στην ακρίβεια και ποιότητα των καταμετρήσεων. Δεν είναι απόλυτα σαφές, αν τα στοιχεία προκύπτουν πάντοτε από πραγματική καταγραφή του πληθυσμού ή αν οι Οθωμανοί αξιωματούχοι μεταφέρουν απλώς τις πληροφορίες που τους έδιναν οι τοπικοί άρχοντες. Ένα άλλο ζήτημα σχετίζεται με τους τρόπους επεξεργασίας των οθωμανικών κατάστιχων για τη εξαγωγή δημογραφικού ενδιαφέροντος πορισμάτων. Σε βασικό πρόβλημα αναδεικνύεται η αιτία σύνταξης τους, η οποία ήταν η καταμέτρηση και απόδοση των φορολογικών υποχρεώσεων των υπηκόων και όχι η απογραφή του πληθυσμού. Κάθε κατάστιχο λοιπόν παρουσιάζει ιδιαιτερότητες που απαιτούν ξεχωριστή αντιμετώπιση και έλεγχο, ώστε να αποκρυπτογραφηθούν οι δημογραφικού χαρακτήρα πληροφορίες.
Αν στις γενικεύσεις όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος του σφάλματος, τα οθωμανικά κατάστιχα προσφέρονται από την άλλη πλευρά μέσα από την παρακολούθηση των δεδομένων που αφορούν σε μεμονωμένες περιοχές ή χωριά, τα οποία επιτρέπουν την αναγωγή σε γενικότερα συμπεράσματα. Η συνδυαστική χρήση μάλιστα των κατάστιχων του κεφαλικού φόρου με κατάστιχα που αφορούν σε άλλου τύπου φόρους, καθώς και με τις μαρτυρίες των περιηγητών, όπου είναι εφικτό, μπορεί να βελτιώσει την επάρκεια των πορισμάτων.

Στη σύγγραμμα που παρουσιάζεται σήμερα ερευνήθηκαν 8 κατάστιχα, τα οποία δίνουν σημαντικά στοιχεία δημογραφικής και οικονομικής ιστορίας, ιστορικής γεωγραφίας και ανθρωπογεωγραφίας της περιοχής που εξετάζουμε.

ΚΑΤΑΣΤΙΧΑ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ
ΣΟΥΛΤΑΝΟΙ
ΤΤ 986
1498 - 1502
1481-1512, Βαγιαζίτ Β' (Bayezid ΙΙ)
ΤΤ 70
1519
1512-20, Σελίμ Α' Γιαβούζ (Selim Ι Yavuz)
ΤΤ 424
1527 - 1529
1520-66, Σουλεϊμάν Α' Κανουνί (Sόleyman Ι Kanuni)
ΤΤ 167
1530
ΤΤ 433
1543
ΤΤ 225
1543
ΤΤ 479
1569
1566-74, Σελίμ Β' (Selim ΙΙ)
ΤΤ 720
1613
1603-17, Αχμέτ Α' (Ahmed Ι)

Και αλλάζουν τον ιστορικό ρου της περιοχής, ο οποίος μέχρι σήμερα –εκτός λίγων περιπτώσεων- δε εξετάστηκε από ειδικούς επιστήμονες. Αποτελεί, δυστυχώς, ένα γενικότερο πρόβλημα της χώρας μας, όπου όλοι έχουν λόγο για τα πάντα και αυτοανακηρύσσονται σε ειδικούς. Τα "τεφτέρια" αυτά -όρος που επιβιώνει ακόμα και σήμερα στη γλώσσα μας- αρχίζουν να ανανεώνουν τη μελέτη για την οικονομική και κοινωνική ζωή, για τη δημογραφική και πληθυσμιακή εξέλιξη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. H σημαντική παράθεση των πληροφοριών που παρέχουν -ξεχωριστά για κάθε κατακτημένη περιοχή- αποτελεί σημαντική πηγή και μπορεί να βοηθήσει στην ανασύνθεση των τοπικών ιστοριών, στοιχείο που έχουμε ανάγκη και οφείλουμε να το αναπτύξουμε για να κατανοήσουμε το παρελθόν που κακοποιούμε ενίοτε για «εθνικούς» και άλλους λόγους. Οι δύο συγγραφείς αξίζουν την επικρότηση και τη στήριξη όλων μας τόσο για την επιστημονική τεκμηρίωση όσο και για την καλαίσθητη έκδοση που μας έδωσαν. Κατάφεραν να ανοίξουν νέους δρόμους στη συγγραφή της τοπικής ιστορίας και να θέσουν σε ένα άλλο επίπεδο τις γνώσεις μας για την ιστορική εξέλιξη της περιοχής. Τέτοιου είδους εγχειρήματα έχει ανάγκη ο τόπος και η χώρα μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου